Αντιμετώπιση Βακτήριου Καρυδιάς

Η ανωτέρω ασθένεια είναι πολύ σοβαρή, γιατί σε ευνοϊκές συνθήκες, οι απώλειες καρυδιών από αυτή μπορεί να υπερβούν ακόμη και το 80% της παραγωγής. Το βακτήριο διαχειμάζει κατά τη διάρκεια του χειμώνα σε σχισμές ή πληγές του κορμού και των κλάδων και στους οφθαλμούς της καρυδιάς. Αρχίζει τον πολλαπλασιασμό του την άνοιξη, όταν οι κλιματολογικές συνθήκες γίνουν ευνοϊκές. Σε ευνοϊκές συνθήκες το βακτήριο από τους οφθαλμούς ή τις πληγές μπορεί να μεταφερθεί και να προσβάλει τα νεαρά φύλλα. Η άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη του βακτηρίου είναι 28oC. Νεότερες μελέτες έδειξαν ότι το βακτήριο μέσα στους οφθαλμούς πολλαπλασιάζεται με αργό ρυθμό και σε θερμοκρασίες οι οποίες είναι λίγους βαθμούς πάνω από 0οC και σταματά την ανάπτυξη του στους 37οC. Προσβολή σε άρρενα άνθη (ιούλους): Μπορεί να παρατηρηθεί μαύρισμα σε ένα τμήμα του Ιούλου, ενώ το υπόλοιπο είναι πράσινο και υγιές. Η προστασία του ιούλου είναι πολύ σημαντική, διότι το βακτήριο μπορεί να μεταφερθεί με τη γύρη στα θηλυκά άνθη. Προσβολή στο θηλυκό άνθος: Είναι το πιο ευαίσθητο όργανο της καρυδιάς στη βακτηρίωση. Το βακτήριο εισχωρεί στο άνθος μόνο από το στίγμα του και κυρίως όταν αυτό είναι δεκτικό στη γύρη, δηλαδή σε ανθοφορία. Η πρώτη οπτική παρατήρηση είναι ότι η βάση του στίγματος μαυρίζει, στη συνέχεια το βακτήριο προσβάλλει και νεκρώνει τους εσωτερικούς ιστούς. Το βακτήριο στο στίγμα του άνθους επικάθεται με προσβεβλημένη γύρη και με βροχή από προσβεβλημένα μέρη του δένδρου. Από το στίγμα, το βακτήριο μέσα σε λίγες μέρες, καταστρέφει ολόκληρο το άνθος, το οποίο τελικά παίρνει καστανό μαύρο χρώμα και αποπίπτει (διάμετρος άνθους 1-2 mm). Προσβολή στο νεαρό καρπό: Περισσότερο από το 90% των προσβολών γίνεται από την περιοχή του αποξηραμένου στίγματος . Η μεταφορά του βακτηρίου από εστίες μόλυνσης στο νεαρό καρπό γίνεται με τη βροχή ή σε συνθήκες αυξημένης ατμοσφαιρικής υγρασίας με τη βοήθεια ελαφρού ανέμου. Η πτώση αρχίζει σε νεαρούς καρπούς διαμέτρου 10-12 mm. Μετά την ξήρανση του στίγματος οι προσβολές από βακτηρίωση περιορίζονται δραστικά. Από τη λήξη της ανθοφορίας και μέχρι ένα μήνα μετά τη γονιμοποίηση, ο νεαρός καρπός παρουσιάζει μικρή ευαισθησία στη βακτηρίωση. Όσες προσβολές όμως γίνουν σ’ αυτό το στάδιο απολήγουν στο μαύρισμα όλης της ψίχας και στην πρώιμη πτώση του καρυδιού. Αγρονομική συμπεριφορά των καλλιεργούμενων ποικιλιών στην Ελλάδα: Ειδικότερα στη χώρα μας παρουσιάζονται πιο ευνοϊκές συνθήκες για προσβολές από βακτηριώσεις του άνθους από 20 Μαρτίου μέχρι 15 Απριλίου, με αποτέλεσμα όλες οι πρώιμες και υπερπρώιμες ποικιλίες καρυδιάς με ανθοφορία μέχρι 15 Απριλίου να αντιμετωπίζουν πιο έντονα προσβολές από βακτηρίωση. Οι προσβολές του άνθους από βακτηριώσεις περιορίζονται σημαντικά από το τρίτο δεκαήμερο Απριλίου, λόγω απότομης και σημαντικής πτώσης της ατμοσφαιρικής υγρασίας. Η καταπολέμηση που γίνεται για την βακτηρίωση της καρυδιάς, είναι η προληπτική εφαρμογή χαλκούχων σκευασμάτων στα ευαίσθητα βλαστικά στάδια. Πιο αναλυτικά, το συνιστώμενο πρόγραμμα ψεκασμού (INRA, ΕΘΙΑ- ΓΕ) περιλαμβάνει: Ένα χαλκούχο ψεκασμό στην έναρξη της βλάστησης, ώστε να μειωθεί η διασπορά του βακτηρίου από τις πηγές μόλυνσης. Σε πολύ ευνοϊκές συνθήκες μόλυνσης (όπως στη Γαλλία), ο χαλκούχος ψεκασμός επαναλαμβάνεται στο ξεδίπλωμα τριών, τεσσάρων πρώτων φύλλων. Ο επόμενος γίνεται όταν το στίγμα γίνει υποδεκτικό στη γύρη σε ποσοστό ανθέων 20-30%, με μειωμένη δοσολογία χαλκού περίπου στο ήμισυ, για να μην μειώσει τη βλαστικότητα των γυρεόκοκκων και επαναλαμβάνεται μετά 3-4 ημέρες στην πλήρη ανθοφορία. Ο πέμπτος γίνεται με την κανονική πλέον δοσολογία μετά την καρπόδεση και επαναλαμβάνονται άλλοι δύο ψεκασμοί ανά εικοσαήμερο.